Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Μια προσπάθεια συμφιλίωσης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού με το δόγμα Τέχνη για την Τέχνη

Μια προσπάθεια συμφιλίωσης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού
με το δόγμα Τέχνη για την Τέχνη
με επίκεντρο την Ποίηση


(Το κείμενο βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της επεξεργασίας... Γι'αυτό κάθε είδους σχόλιο είναι χρήσιμο και ευπρόσδεκτο)

       Η αντίληψη που υπάρχει για τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό είναι ανάλογα αποπροσανατολιστική και εξοργιστικά λανθασμένη, με αυτήν που υπάρχει για τον υλισμό. Ο μέσος όρος δεν αντιμετωπίζει τον υλισμό ως φιλοσοφική θεωρία που απαντά στο βασικό ερώτημα της φιλοσοφίας ότι πρωταρχικό είναι το ΕΙΝΑΙ και όχι το ΝΟΕΙΝ, αλλά τον ταυτίζει με την προσήλωση στα υλικά αγαθά και τον ηδονισμό(βλ. «θεωρία» έκθεσης για τις πανελλαδικές).
         Αντίστοιχα λοιπόν ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός ταυτίζεται με την φωτογραφική αποτύπωση της πραγματικότητας και με αγάλματα ηγετών με υψωμένη την γροθιά.

Η σύγχυση για τον προορισμό της Τέχνης έχει τη βάση της στο εξής δίλημμα: Είναι ένα άθροισμα εκφραστικών μέσων, τεχνικών, σωστής επιλογής χρωμάτων, λέξεων ή νοτών η μία δίπλα στην άλλη με μόνο σκοπό την ικανοποίηση της αισθητικής ή είναι η έκφραση των αισθητικών σχέσεων, των σχέσεων αντίληψης του ανθρώπου που ακολουθούν τους κανόνες της ομορφιάς, με την αντικειμενική πραγματικότητα;

        Εδώ προκύπτει το πρόβλημα της σχέσης μορφής-περιεχομένου. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί πως η μορφή είναι ένας τρόπος οργάνωσης του περιεχομένου. Αλλά η στείρα αντίληψη της ταύτισης Τέχνης με το περιεχόμενό της και της καλής Τέχνης με την Τέχνη με μήνυμα και διδακτισμό ή με την στρατευμένη Τέχνη .είναι λανθασμένη επιφανειακή και μπορεί να προκαλέσει την αποστροφή απέναντι σε κάθε συζήτηση περί σπουδαιότητας του περιεχομένου . Υπό το πρίσμα του άσπρου μαύρου, απ’ την μία έχουμε τον Βάρναλη να λέει πως «Η Τέχνη πραγματικά κι ευχαριστεί και διδάσκει και φρονημάζει και γίνεται κίνητρο πράξης και προκοπής. Η καλή Τέχνη. Η κακή μόνο ευχαριστεί» κι από την άλλη τον ακραίο αισθητισμό του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, το γνωστό «Βαο Γαο Δαο Ζινώντας αποβίδονο σαβίνι/κι απονιβώντας ερομιδαλιό,/κουμάνισα το βίρο τού λαβίνι/με σάβαλο γιδένι τού θαλιό.»1


Παρεξήγηση Νούμερο 1 - Ρεαλισμός
         Ο άνθρωπος ,έχοντας διαφοροποιηθεί από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο με την εργασία του 2 ,όταν η παραγωγικότητά της εργασίας το επέτρεψε, ξεκίνησε να ξεχωρίζει την αναγκαία για την επιβίωσή του εργασία από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, με σκοπό την απόλαυση και όχι την επιβίωση. Ξεκίνησε να αναπτύσσει αισθητικές σχέσεις, δηλαδή σχέσεις μεταξύ της πραγματικότητας και του εαυτού του, οι οποίες ακολουθούσαν τους κανόνες της ομορφιάς. Καλλιεργήθηκε η αισθητική προσέγγιση της πραγματικότητας. Απ’ αυτή τη σκοπιά η Τέχνη μπορεί να θεωρηθεί ως ανώτερη έκφραση αυτών των σχέσεων.402548_2914733080129_56768401_n
         Από τα παραπάνω ξεπηδά άμεσα ο ρεαλισμός με την έννοια της αντανάκλασης του κόσμου στην ανθρώπινη συνείδηση και όχι ως τεχνοτροπία ή σύνολο κανόνων καλλιτεχνικής έκφρασης · και η Τέχνη μπορεί να αποκτήσει το νόημα μιας νέας γλώσσας και μιας προσέγγισης και προσπάθειας κατανόησης του κόσμου, του ανθρώπου από τον εαυτό του, των συναισθημάτων του και γενικά όλων των πολυπλοκοτήτων και εκφάνσεων της ζωής. Το ακαθόριστο και το ανεξήγητο και αυτό που δεν μπορεί να μελετηθεί από την επιστήμη συνεχίζει να υπάρχει μέσα στον κόσμο και να είναι κομμάτι της πραγματικότητας. Η Τέχνη είναι η μόνη συνάρτηση ανάμεσα σ’ αυτό και στην έκφρασή και στην γνώση του. Ο πανικός του έρωτα, το πάθος, μπορεί να εκφραστεί με απόλυτη ακρίβεια μόνο μέσω της Τέχνης . Οπότε Περιεχόμενο – Μορφή , 1 – 0.
          Ερμηνεύοντας λοιπόν αυθαίρετα τη ρήση του Βάρναλη περί καλής και κακής Τέχνης, η Τέχνη που καταφέρνει να δημιουργεί αντιστοιχίες , να μιλά για μας και σχεδόν να μας θυμίζει μια πτυχή της ζωής που ήδη γνωρίζουμε και να την αποκαλύπτει, να προκαλεί εικόνες και μυρωδιές και να αναβιώνει συναισθήματα έχει εν τέλει μεγαλύτερη αισθητική αξία από μια κενή περιεχομένου παράθεση τεχνικών που πασχίζουν να δημιουργήσουν συγκίνηση , αλλά αποτυγχάνουν . Ο στυγνός αισθητισμός γίνεται φλύαρος. Για παράδειγμα, λέει ο Ελύτης «λάμπει μέσα μου εκείνο που αγνοώ. Μα ωστόσο λάμπει»3. Μεταξύ αυτής της φράσης και του έρωτα, της ανθρώπινης δύναμης, της θέλησης, της επιθυμίας και πολλών πολλών άλλων ανθρωπίνων συναισθημάτων υπάρχει μια αντιστοιχία, κι επειδή είναι τεράστιο το πλήθος από βελάκια που μπορούμε να σχηματίσουμε ανάμεσα σε αυτή τη φράση και στις εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής, ο στίχος γίνεται πυκνός και τελικά αποκαλυπτικός.
         Κρίνοντας λοιπόν εκ του αποτελέσματος ,η Τέχνη που μετέρχεται αντιστοιχίες με σύνολο αφίξεως τις εκφάνσεις της πραγματικής ζωής έχει σπουδαιότερο αισθητικό αποτέλεσμα και δύναται να προκαλέσει βαθύτερη συγκίνηση ακόμα κι αν μορφολογικά είναι υπερρεαλιστική. Τελικά ο ρεαλισμός καταφέρνει μια πυκνότητα αξιοθαύμαστη.


Παρεξήγηση Νούμερο 2 – Στράτευση

        Κατά τον Καζαντζάκη, ο καλλιτέχνης είναι σεισμογράφος του καιρού του. Και πράγματι είναι ,όχι γιατί οφείλει να είναι , αλλά γιατί αντικειμενικά η ανθρώπινη 481376_4063575750669_493128414_nσυνείδηση διαμορφώνεται μέσα από την κοινωνική, η οποία με την σειρά της διαμορφώνεται από την εκάστοτε υλική βάση. Ο καλλιτέχνης δεν είναι ένας τύπος με απλανές βλέμμα που γενικά και αόριστα εμπνέεται. Ζει μέσα στην κοινωνία, υπάρχει μέσα απ’ αυτήν.
        Πίσω απ’ αυτό κρύβεται η γνωστή σύγκρουση συλλογικότητας και ατομικότητας . Από τη μία άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σαν στοιχείο του συνόλου Ανθρωπότητα και αλληλεπιδρά με την υπόλοιπη κοινωνία και απ’ την άλλη θεωρεί πως αυτό το σύνολο δρα παράλληλα αλλά ανεξάρτητα απ’ αυτόν.
        Η αποτύπωση της κοινωνικής συνείδησης δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη πως ο καλλιτέχνης πραγματεύεται το κοινωνικά γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα όσο περισσότερο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του συλλογικά, τόσο περισσότερο στρατεύει την Τέχνη του χωρίς να το αντιλαμβάνεται, ειδικά αν μιλάμε για Λογοτεχνία, Ποίηση , Κινηματογράφο.


Παρένθεση: Υπάρχει κι ο καλλιτέχνης που στρατεύει ξετσίπωτα την Τέχνη του στο όνομα του κέρδους. Αυτός που έχοντας πλήρη συναίσθηση της αισθητικής αξίας του έργου του, παραδίδει στην Ανθρωπότητα φθήνια, ευκολία και έλλειψη πάθους και βάθους. Η εμπορευματοποιημένη Τέχνη είναι τρανταχτό παράδειγμα του «η Τέχνη για την τέρψη». Τα αποτελέσματα αυτής της λογικής στην αισθητική παιδεία της κοινωνίας τα ξέρουμε όλοι.

        Εν τέλει ο καλλιτέχνης εκπροσωπεί μια αντίληψη, εκφράζει με καλλιτεχνικό τρόπο την γνώση του για τον κόσμο και κατ’ αυτήν την έννοια η Τέχνη του μπορεί να γίνει ταξική , χωρίς να το θέλει, πόσο μάλλον όταν πραγματεύεται κοινωνικά ζητήματα.
         Ο καλλιτέχνης που στρατεύεται συνειδητά δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως φερέφωνο ούτε ως εργαλείο προπαγάνδας. Ο καλλιτέχνης που κάνει υπόθεση δική του την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας δεν μπορεί παρά να το εκφράσει στο έργο του και στο κάτω κάτω το να είναι κανείς προοδευτικός και να σπρώχνει τον άνθρωπο να απαλλαχτεί από κάθε ασκήμια της ζωής δεν πρέπει αυτομάτως να βαφτίζεται προπαγάνδα και να απορρίπτεται ως αντιαισθητικό. Εκείνο που πρέπει να κατακρίνεται αισθητικά είναι η συστηματική άρνηση της παράδοσης στο θυμικό, η μη αναφορά σε κάθε τι ανεξήγητο και αόριστο ,που για να εκφραστεί απαιτεί τελικά υπερρεαλιστικά μέσα.
          Μπορεί λοιπόν απ’ τη μία το καθαρά στρατευμένο έργο τέχνης να προσφέρει μια πυκνότητα όπως για παράδειγμα το « οι ταπεινοί αφήνουνε τον κόσμο χωρίς να έχουν δοκιμάσει κρέας της προκοπής (Μπρεχτ)» αλλά συχνά καταλήγει να μην επικαλείται το θυμικό, να προσφέρει μια καθαρά νοηματική συγκίνηση της λογικής και να μετατρέπεται από Ποίηση σε ατάκα.
         Εν τέλει, ο ποιητής που προσπαθεί να αναδείξει ότι ανώτερο υπάρχει μέσα στον άνθρωπο είναι πιο «χρήσιμος» από εκείνον που κάνει πολιτική με ομοιοκαταληξία. Κρίνοντας πάντα το έργο από την συγκίνηση που δύναται να προκαλέσει το απολύτως προφανές είναι «κακή Τέχνη».  Όμως η θέση που θεωρεί πως η αισθητική απόλαυση από μόνη της είναι αρκετή να ανυψώσει τον άνθρωπο είναι λανθασμένη . Ο Γερμανός στρατιώτης επί κατοχής που ανέβαινε στην Ακρόπολη και διάβαζε αρχαίους κλασσικούς δεν έγινε καλύτερος άνθρωπος μέσω αυτού.


Η τελική μάχη

          Συνοψίζοντας έχουμε δύο στρατόπεδα. Τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό που αντιλαμβάνεται την Τέχνη ως ανώτερη έκφραση των αισθητικών σχέσεων του ανθρώπου και απαιτεί απ’ αυτήν να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα και να ωθεί τον άνθρωπο να προκόψει, κι απ’ την άλλη την μορφολογική προσέγγιση της Τέχνης, η οποία θεωρεί πως από μόνη της η απόλαυση και η συγκίνηση ανυψώνει τον άνθρωπο ή δεν την νοιάζει η ανύψωση του ανθρώπου, αλλά η τέρψη.
        Η μεν αξίωση της Τέχνης να εξυπηρετεί κάποια ηθική και κάποιον προορισμό συγκεκριμένο ,σε έσχατο βάθος της ταυτίζει με την προπαγάνδα, ακόμα κι αν δεν γίνεται με καθοδήγηση , αλλά προκύπτει αυθόρμητα από το πεδίο των ενδιαφερόντων του δημιουργού. Η δε αξίωση της Τέχνης να μην υπηρετεί κανέναν σκοπό δημιουργεί τον μεγάλο τσακωμό ανάμεσα στην συνειδητά στρατευμένη και μη Τέχνη και ωθεί και προοδευτικά μυαλά στην απόρριψη κάθε μηνύματος και νοήματος ακόμα κι αν αυτό δίνεται διακριτικά, με ειλικρίνεια  και όχι σκόπιμα.
        Τελικά μεταξύ των δύο, νομίζω πως αποκαλυπτική μπορεί να γίνει η ρεαλιστική Τέχνη, με τον έννοια του ρεαλισμού που δόθηκε στην αρχή. Μπορεί απ’ την άλλη ,οι μορφές Τέχνης που χρησιμοποιούν λέξεις και θεωρούν το περιεχόμενο δευτερεύον (μόνο εγώ το βλέπω το λογικό σφάλμα; ) και καταφέρνουν να συγκινήσουν χωρίς παραπομπή σε κάτι ήδη γνωστό και χωρίς λογική συνέχεια από τον ένα στίχο στον άλλο να είναι… ανώτερες. (Ε.. μπα…)       
      Επίσης η άποψη του Βάρναλη και όσοι επιμένουν στο μήνυμα και στον σκοπό πετούν στα σκουπίδια τα έργα Τέχνης , που φωτισμένα με ιερή συγκίνηση και αποκαλυπτικό αίσθημα δίνουν στην Τέχνη ρόλο παρηγορητικό ,τον ρόλο του καταφυγίου που μπορεί να επιτελέσει σε απολύτως προσωπικά θέματα όπως ο έρωτας.
Η Τέχνη δεν πρέπει να αντανακλά σαν τον καθρέφτη
μα σαν φακός να μεγεθύνει.
Μαγιακόφσκι



1: Μπορείτε να διαβάσετε όλο το ποίημα εδώ http://www.sarantakos.com/liter/lapathiotis/baogaodao.html
2: «Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάτω από την επίδραση κατά πρώτο λόγο του τρόπου ζωής τους που για το σκαρφάλωμα αναθέτει στα χέρια διαφορετικές λειτουργίες από τα πόδια, οι πίθηκοι αυτοί άρχισαν να χάνουν την συνήθεια να χρησιμοποιούν τα χέρια τους για να βαδίζουν πάνω στο επίπεδο έδαφος και αποκτούσαν όλο και πιο πολύ κατακόρυφο βάδισμα . Έτσι έγινε το αποφασιστικό βήμα για το πέρασμα από τον πίθηκο στον άνθρωπο».
Φ. Ένγκελς Ο Ρόλος της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου, Διαλεκτική της Φύσης.

3: Από το ποίημα «Ακίνδυνου, ελπιδοφόρου , ανεμπόδιστου» της συλλογής «Τα ελεγεια της οξώπετρας» Οδ. Ελύτης

Την επίσημη άποψη για τον σοσιαλιστικό Ρεαλισμό μπορείτε να την βρείτε εδώ και εδώ.

Κι επειδή η μπλογκέρισα αγαπά τις παρομοιώσεις , ιδού!! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου